Home
Wirenet Communications

Αιθέρας και
Μαγνητικό
πεδίο

Γαλιλαίος και Αϊνστάιν
είναι λάθος!

Αρχή της
Ισοδυναμίας

Αιθέρας και
Αρχή της
Ισοδυναμίας

Η απόδειξη
της μετακίνησης
του Περιηλίου
του Πλανήτη
Ερμή


Ανοικτή
Επιστολή
 

Η
Ηλεκτρο
βαρυτική
Θεωρία Ι

Η
Ηλεκτρο
βαρυτική
Θεωρία ΙI

Η
Ηλεκτρο
βαρυτική
Θεωρία ΙII

Η
Ηλεκτρο
βαρυτική
Θεωρία ΙV

Η
Ηλεκτρο
βαρυτική
Θεωρία V

Μαθηματικά
Η Γενικευμενη
Γεωμετρία

Μαθηματικά
Βαθμίδας

Video 01

Video 02


Αιθέρας
και
Φως

 


Πείραμα 21
Πειραματική
Επαλήθευση

 


Πείραμα 22
Πειραματική
Επαλήθευση

 


Τα λάθη
του Einstein

 


Το πρόβλημα
του  σφαιρικου
φλοίου

 

Ανακεφα-
λαίωση


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Συντηξη:
Η μηχανή
“ΖΕΥΣ”

 


ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Οι
Εφευρέσεις ΧΤ

 

Ο νόμος της
παγκόσμιας
έλξης του
Νέυτωνα.
(Μαθηματική
απόδειξη)


CERN/OPERA
IKARUS
TSOLKAS

 

AIΘΕΡΟ
ΗΛΕΚΤΡΟ
ΔΥΝΑΜΙΚΗ
(ΕΕD)

Θεωρία
Σχετικό
τητας,
ΤΕΛΟΣ!

ΑΙΘΕΡΑΣ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ

Ας υποθέσουμε σχ. 1 ότι, έχουμε ένα ηλεκτρικό φορτίο π.χ. +q το οποίο κινείται με σταθερή ταχύτητα V ως προς ένα παρατηρητή O’, ο οποίος είναι ακίνητος στην επιφάνεια της Γης.
Επίσης, η απόσταση του ακίνητου παρατηρητή O’ από την ευθεία xx’ επί της οποίας κινείται το ηλεκτρικό φορτίο +q, είναι r.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι, τη χρονική στιγμή to το ηλεκτρικό φορτίο +q, βρίσκεται στο σημείο Μ (ήτοι, ακριβώς απέναντι από τον ακίνητο παρατηρητή O’). Συνεπώς σε κάποια άλλη χρονική στιγμή t1, (t1 < to) το ηλεκτρικό φορτίο +q, βρισκότανε στο σημείο Α, όπου ΑΜ = L.

Σχ. 1

Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, ο χρόνος t που έκανε το ηλεκτρικό φορτίο +q να διανύσει το διάστημα ΑΜ = L, είναι:

και το διάστημα ΑΜ = L που διήνυσε το ηλεκτρικό φορτίο +q, είναι:

Όπως είναι γνωστό, ένα ηλεκτρικό φορτίο +q κινούμενο με σταθερή ταχύτητα V επί μιας ευθείας xx’, ισοδυναμεί με ηλεκτρικό ρεύμα έντασης i. Συνεπώς, στο σχ. 1 το ηλεκτρικό φορτίο +q κινούμενο με σταθερή ταχύτητα V, κατά τον χρόνο t για να μεταβεί από το σημείο Α στο σημείο Μ, ισοδυναμεί με ένα ευθύγραμμο αγωγό ηλεκτρικού ρεύματος, μήκους L. Ο αγωγός αυτός μήκους L διαρρέεται από ένα ηλεκτρικό ρεύμα έντασης i.
Επίσης όπως είναι γνωστό, σε ένα ευθύγραμμο αγωγό, ηλεκτρικού ρεύματος, ο οποίος έχει μήκος L σχηματίζεται γύρω από αυτόν ένα μαγνητικό πεδίο έντασης Β.
Το πρόβλημα λοιπόν που γεννιέται τώρα, είναι το εξής:
Πρόβλημα: Στο σχ. 1, πόση είναι η ένταση Β του μαγνητικού πεδίου την οποία μετρά ο ακίνητος παρατηρητής O’, όταν το κινούμενο ηλεκτρικό φορτίο +q, βρίσκεται ακριβώς απέναντί του (ήτοι στο σημείο Μ);

Για την λύση λοιπόν του παραπάνω προβλήματος, σκεπτόμαστε ως εξής:

ΛΥΣΗ

Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με το νόμο των Biot – Savart για τον ευθύγραμμο αγωγό μήκους L σχ. 1, ο οποίος διαρρέεται από ηλεκτρικό ρεύμα έντασης i, η ένταση Β του μαγνητικού πεδίου την οποία μετρά ο ακίνητος παρατηρητής O’, είναι:

Επειδή όμως σχ. 1, είναι:

η σχέση (3), γράφεται:

Επίσης, επειδή είναι:

και

η σχέση (5), γράφεται:

Συνεπώς, (εάν t0 ήτοι L0) και όταν το κινούμενο ηλεκτρικό φορτίο +q φθάσει στο σημείο Μ, τότε επειδή είναι:

R = r

η σχέση (6) γράφεται

Η σχέση (7), είναι προφανώς η λύση του προβλήματός μας.
Σημείωση: Στη σχέση (7) η ένταση Β του μαγνητικού πεδίου μετριέται σε μονάδες Gauss, το ηλεκτρικό φορτίο q σε μονάδες Cb, η ταχύτητα V σε μονάδες cm/sec και η απόσταση r σε μονάδες cm.
Επίσης , η σχέση (7) προκύπτει και κατευθείαν από το Νόμο των Biot-Savart, εάν θεωρήσούμε στο σημείο Μ, ένα στοιχειώδες ηλεκτρικό ρεύμα μήκους dL για χρόνο dt, όπου dL=V.dt και

ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Ας υποθέσουμε τώρα σχ. 1 ότι, έχουμε διάφορους παρατηρητές , οι οποίοι είναι ακίνητοι στην επιφάνεια της Γης.
Στην περίπτωση αυτή, όταν το κινούμενο ηλεκτρικό φορτίο +q διέρχεται ακριβώς απέναντί τους, δηλ. αντιστοίχως στα σημεία , τότε (σύμφωνα με τη λύση του προβλήματός μας που αναφέραμε παραπάνω), ο κάθε ένας από τους ακίνητους παρατηρητές ,  θα μετρά την ίδια ένταση του μαγνητικού πεδίο, η οποία σύμφωνα με τη σχέση (7), είναι:

όπου ,  είναι, οι εντάσεις του μαγνητικού πεδίου που μετράνε αντιστοίχως, οι ακίνητοι παρατηρητές .
Επειδή όμως, στη περίπτωση αυτή, είναι:

α)

και

β) Επειδή η δημιουργία του μαγνητικού πεδίου έντασης Β το οποίο οφείλεται στο κινούμενο ηλεκτρικό φορτίο +q (στο πείραμά μας, σχ. 1), είναι ιδιότητα του Αιθέρα της Αιθερόσφαιρας της Γης, αυτό σημαίνει ότι:

Στο σχ. 1, εάν π.χ. θεωρήσουμε ένα βαγόνι S το οποίο κινείται με την ίδια ταχύτητα V με το ηλεκτρικό φορτίο +q, τότε:
Ένας παρατηρητής P, ο οποίος βρίσκεται επάνω στο κινούμενο βαγόνι S (και χρησιμοποιώντας μία μαγνητική βελόνη), όταν το βαγόνι S διέρχεται από τα σημεία ,  (όπου είναι οι ακίνητοι παρατηρητές), ο κινούμενος παρατηρητής P θα μετρήσει την ίδια ένταση Β του μαγνητικού πεδίου, την οποία μετράνε και οι ακίνητοι παρατηρητές . Δηλαδή, ο παρατηρητής P που βρίσκεται επάνω στο κινούμενο βαγόνι S θα μετρά πάντοτε ένταση Β του μαγνητικού πεδίου, σύμφωνα με τη σχέση (7), ήτοι:

Επειδή όμως (όπως αναφέραμε παραπάνω) το ηλεκτρικό φορτίο +q και το βαγόνι S, κινούνται με την ίδια ταχύτητα V, αυτό σημαίνει ότι, το ηλεκτρικό φορτίο +q είναι ακίνητο ως προς το κινούμενο βαγόνι S.
Αλλά όμως (όπως αναφέραμε παραπάνω), το ηλεκτρικό φορτίο +q το οποίο είναι ακίνητο ως προς το βαγόνι S, παράγει μαγνητικό πεδίο έντασης Β (σχέση (10)), ως προς τον παρατηρητή P, ο οποίος βρίσκεται επάνω στο κινούμενο βαγόνι S.
Πώς εξηγείται λοιπόν, το φαινόμενο αυτό;
Διότι όπως γνωρίζουμε, σύμφωνα με τη Κλασική Φυσική και τη Θεωρία της Σχετικότητας «Ηλεκτρικά φορτία τα οποία είναι ακίνητα, ως προς ένα αδρανειακό σύστημα αναφοράς o.xyz (π.χ. το βαγόνι S) δεν παράγουν ποτέ μαγνητικό πεδίο για ένα παρατηρητή P, ο οποίος βρίσκεται στο αδρανειακό αυτό σύστημα αναφοράς o.xyz, δηλαδή στο βαγόνι S».
Συνεπώς, η Κλασική Φυσική και η Θεωρία της Σχετικότητας αδυνατούν να ερμηνεύσουν το παραπάνω αυτό φαινόμενο της δημιουργίας μαγνητικού πεδίου για τον παρατηρητή P, που βρίσκεται επάνω στο κινούμενο βαγόνι S.
Όμως, την ορθή ερμηνεία στο παραπάνω αυτό φαινόμενο την δίδει μόνο η Ηλεκτροβαρυτική Θεωρία, όταν δεχθούμε την ύπαρξη του Αιθέρα και τον θεμελιώδη «Νόμο της δημιουργίας μαγνητικού πεδίου», ο οποίος έχει ως εξής:

 ΝΟΜΟΣ: Ένα ηλεκτρικό φορτίο q (θετικό ή αρνητικό) για οποιονδήποτε παρατηρητή (κινούμενο ή ακίνητο), δημιουργεί γύρω από την τροχιά της κινήσεως του μαγνητικό πεδίο, τότε και μόνον τότε:
1) Όταν το ηλεκτρικό φορτίο q κινείται (διασχίζει) τον Αιθέρα της Αιθερόσφαιρας ενός ουράνιου σώματος, ή
2) Όταν το ηλεκτρικό φορτίο q κινείται (διασχίζει) τον ακίνητο Αιθέρα του σύμπαντος, ο οποίος βρίσκεται έξω από τις Αιθερόσφαιρες των ουρανίων σωμάτων.

Σημείωση: Για τον Αιθέρα και τις Αιθερόσφαιρες των ουρανίων σωμάτων, βλέπε «Η Ηλεκτροβαρυτική Θεωρία» στο www.tsolkas.gr

Ο θεμελιώδης αυτός νόμος που αναφέραμε, βρίσκει πλήρη εφαρμογή στα πειράματα (4), (5), (9), (15), (16), (17) όπως αυτά περιγράφονται στο παραπάνω site.

Το λάθος της Θεωρίας της Σχετικότητας

Όπως είναι γνωστό, η Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας ισχυρίζεται, ότι:
«Ένας παρατηρητής P, που βρίσκεται σε ένα αδρανειακό σύστημα αναφοράς S δεν μπορεί με κανένα πείραμα Φυσικής (Μηχανικής ή ηλεκτρομαγνητισμού) να αποδείξει, εάν το σύστημα αναφοράς του S κινείται ή είναι ακίνητο, ως προς ένα άλλο αδρανειακό σύστημα αναφοράς S’».
Αυτό όμως που ισχυρίζεται ο Einstein είναι λάθος, διότι:
Στο σχ. 1 ο παρατηρητής P, που βρίσκεται επάνω στο αδρανειακό σύστημα o.xyz (το βαγόνι S), γνωρίζοντας τα μεγέθη q και r και μετρώντας (π.χ. με ένα μαγνητόμετρο) την ένταση Β του μαγνητικού πεδίου, τότε με βάση την σχέση (10), μπορεί να γνωρίζει εάν το βαγόνι του S κινείται ή είναι ακίνητο, ως προς τη Γη, S’. Διότι από τη σχέση (10) είναι:

Συνεπώς:

  1. Εάν, το μαγνητόμετρο που έχει ο παρατηρητής P επάνω στο βαγόνι S δείξει
    Β = 0, τότε από τη σχέση (11), είναι V = 0, οπότε ο παρατηρητής P συμπεραίνει ότι, το βαγόνι του S είναι ακίνητο ως προς τη Γη, S’.
  2. Εάν, το μαγνητόμετρό του δείξει B ≠ 0, τότε από τη σχέση (11), είναι V≠ 0, οπότε ο παρατηρητής P συμπεραίνει ότι, το βαγόνι του S κινείται ως προς τη Γη S’.
     (Βλέπε, πείραμα 15 στο
    www.tsolkas.gr)

Αυτό είναι λοιπόν το μεγάλο λάθος του Einstein!
Συνεπώς, με βάση το λάθος αυτό του Einstein, η αξιωματική θεμελίωση της Ειδικής Θεωρίας της Σχετικότητας, είναι απολύτως λανθασμένη.
Τέλος, μετά από αυτά που αναφέραμε στο παρόν κεφάλαιο, καταλήγουμε στο παρακάτω βασικό συμπέρασμα.

 Συμπέρασμα

  1. Ο Αιθέρας υπάρχει μέσα στη Φύση.
  2. Η Κλασική Φυσική και η Θεωρία της Σχετικότητας, στηρίζονται σε λανθασμένες βάσεις και γι’ αυτό το λόγο:
     Η Κλασική Φυσική θα πρέπει να συμπληρωθεί με την ύπαρξη του Αιθέρα μέσα στη Φύση, η δε Θεωρία της Σχετικότητας θα πρέπει να απορριφθεί, ως μία απολύτως λανθασμένη Θεωρία της Φυσικής.

©  Copyright 2001 Tsolkas Christos.  Web design by Wirenet Communications